Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη διασφαλίζουν ότι κάθε πρόσωπο εντός της δικαιοδοσίας τους απολαμβάνει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που ορίζονται από τον Τίτλο Ι της παρούσας Σύμβασης.


Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

«Τα υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν, εις όλα τα εξαρτώμενα εκ της δι
καιοδοσίας των πρόσωπα, τα καθοριζόμενα εις το πρώτον μέρος της παρούσης Συμβάσεως δι
καιώματα και ελευθερίας.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

«Obligation to respect human rights

The High Contracting Parties shall secure to everyone within their jurisdiction the rights and freedoms defined in Section I of this Convention.»


Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

«Obligation de respecter les droits de l’homme

Les Hautes Parties contractantes reconnaissent à toute personne relevant de leur juridiction les droits et libertés définis au titre I de la présente Convention:»

1. Το δικαίωμα κάθε προσώπου στη ζωή προστατεύεται από τον νόμο. Σε κανένα πρόσωπο δεν επιβάλλεται στέρηση της ζωής του με την εξαίρεση της εκτέλεσης δικαστικής ποινής λόγω τη καταδίκης του για έγκλημα που ο νόμος τιμωρεί με θάνατο.

2. Η στέρηση της ζωής δεν θεωρείται ότι παραβιάζει το παρόν  Άρθρο όταν αποτελεί επακόλουθο χρήσης βίας που είναι απολύτως αναγκαία για:

(α) την υπεράσπιση κάθε προσώπου από παράνομη βία,

(β) να επιτευχθεί νόμιμη σύλληψη ή να αποτραπεί η δραπέτευση προσώπου που κρατείται νόμιμα,

(γ)  νόμιμες πράξεις καταστολής στάσης ή ανταρσίας.

Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

«1. Το δικαίωμα εκάστου προσώπου εις την ζωήν προστατεύεται υπό του νόμου.

Εις ουδένα δύναται να επιβληθή εκ προθέσεως θάνατος, ειμή εις εκτέλεσιν θανατικής ποινής εκ
διδομένης υπό δικαστηρίου εν περιπτώσει αδικήματος τιμωρουμένου υπό του νόμου δια της ποι
νής ταύτης.
2. Ο θάνατος δεν θεωρείται ως επιβαλλόμενος κατά παράβασιν του άρθρου τούτου, εις άς

περιπτώσεις θα επήρχετο συνεπεία χρήσεως βίας καταστάσης απολύτως αναγκαίας :
α) δια την υπεράσπισιν οιουδήποτε προσώπου κατά παρανόμου βίας.
β) δια την πραγματοποίησιν νομίμου συλλήψεως ή προς παρεμπόδισιν αποδράσεως προ

σώπου νομίμως κρατουμένου.
γ) δια την καταστολήν, συμφώνως τω νόμω, στάσεως ή ανταρσίας.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
«Right to life

  1. Everyone’s right to life shall be protected by law. No one shall be deprived of his life intentionally save in the execution of a sentence of a court following his conviction of a crime for which this penalty is provided by law.
  2. Deprivation of life shall not be regarded as inflicted in contravention of this article when it results from the use of force which is no more than absolutely necessary:
    1. in defence of any person from unlawful violence;
    2. in order to effect a lawful arrest or to prevent the escape of a person lawfully detained;
    3. in action lawfully taken for the purpose of quelling a riot or insurrection.»

Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

«Droit à la vie

  1. Le droit de toute personne à la vie est protégé par la loi. La mort ne peut être infligée à quiconque intentionnellement, sauf en exécution d’une sentence capitale prononcée par un tribunal au cas où le délit est puni de cette peine par la loi.
  2. La mort n’est pas considérée comme infligée en violation de cet article dans les cas où elle résulterait d’un recours à la force rendu absolument nécessaire:
    1. pour assurer la défense de toute personne contre la violence illégale;
    2. pour effectuer une arrestation régulière ou pour empêcher l’évasion d’une personne régulièrement détenue;
    3. pour réprimer, conformément à la loi, une émeute ou une insurrection.»
Κανένα πρόσωπο δεν υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.

Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

«Ουδείς επιτρέπεται να υποβληθή εις βασάνους ούτε εις ποινάς ή μεταχείρισιν απανθρώπους ή εξευτελιστικάς.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

«Prohibition of torture

No one shall be subjected to torture or to inhuman or degrading treatment or punishment.»

Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

«Interdiction de la torture

Nul ne peut être soumis à la torture ni à des peines ou traitements inhumains ou dégradants.»

1. Κανένα πρόσωπο δεν κρατείται ως δούλος ή σκλάβος.

2. Κανένα πρόσωπο δεν υποχρεούται να εκτελέσει καταναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος  Άρθρου η έννοια της «καταναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας» δεν περιλαμβάνει:

(α) τις εργασίες που πρέπει να γίνουν κανονικά στο πλαίσιο κράτησης που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 5 της παρούσας Σύμβασης ή κατά τη διάρκεια άφεσης υπό όρους από τέτοια κράτηση,

(β) κάθε υπηρεσία στρατιωτικού χαρακτήρα, ή για τους αντιρρησίες συνείδησης, στις χώρες που αναγνωρίζονται, υπηρεσία που αντικαθιστά την υποχρεωτική στρατιωτική υπηρεσία,

(γ) κάθε υπηρεσία που επιβάλλεται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή σε περίπτωση καταστροφών που απειλούν την ζωή ή την ευημερία της κοινότητας,

(δ) κάθε έργο ή υπηρεσία που αποτελεί μέρος των κανονικών υποχρεώσεων του πολίτη.

Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

«1. Ουδείς δύναται να κρατηθή εις δουλείαν ή ειλωτείαν.
2. Ουδείς δύναται να υποχρεωθή εις αναγκαστικήν ή υποχρεωτικήν εργασίαν.
3. Δεν θεωρείται ως «αναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία» υπό την έννοιαν του παρόντος
άρθρου :

α) πάσα εργασία ζητουμένη παρά προσώπου κρατουμένου συμφώνως προς τας διατάξεις

του άρθρου 5 της παρούσης Συμβάσεως ή κατά την διάρκειαν της υπό όρους απολύσεώς του.

β) πάσα υπηρεσία στρατιωτικής φύσεως ή, εις την περίπτωσιν των εχόντων αντιρρήσεις συ
νειδήσεως εις τας χώρας όπου τούτο αναγνωρίζεται ως νόμιμον, πάσα άλλη υπηρεσία εις αντικα
τάστασιν της υποχρεωτικής στρατιωτικής υπηρεσίας.


γ) πάσα υπηρεσία ζητουμένη εις περίπτωσιν κρίσεων ή θεομηνιών, αι οποίαι απειλούν την

ζωήν ή την  ευδαιμονίαν του συνόλου.
δ) πάσα εργασία ή υπηρεσία απαρτίζουσα μέρος των τακτικών υποχρεώσεων του πολίτου.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

«Prohibition of slavery and forced labour

  1. No one shall be held in slavery or servitude.
  2. No one shall be required to perform forced or compulsory labour.
  3. For the purpose of this article the term «forced or compulsory labour» shall not include:
(a) any work required to be done in the ordinary course of detention imposed according to the provisions of Article 5 of this Convention or during conditional release from such detention;
(b) any service of a military character or, in case of conscientious objectors in countries where they are recognised, service exacted instead of compulsory military service;
(c) any service exacted in case of an emergency or calamity threatening the life or well-being of the community;
(d) any work or service which forms part of normal civic obligations.»

Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

«Interdiction de l’esclavage et du travail forcé

  1. Nul ne peut être tenu en esclavage ni en servitude.
  2. Nul ne peut être astreint à accomplir un travail forcé ou obligatoire.
  3. N’est pas considéré comme «travail forcé ou obligatoire» au sens du présent article:

(a) tout travail requis normalement d’une personne soumise à la détention dans les conditions prévues par l’article 5 de la présente Convention, ou durant sa mise en liberté conditionnelle;

(b) tout service de caractère militaire ou, dans le cas d’objecteurs de conscience dans les pays où l’objection de conscience est reconnue comme légitime, à un autre service à la place du service militaire obligatoire;

(c) tout service requis dans le cas de crises ou de calamités qui menacent la vie ou le bien-être de la communauté;

(d) tout travail ou service formant partie des obligations civiques normales.»

Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα στη προσωπική ελευθερία και ασφάλεια. Κανένα προσωπο δεν στερείται την ελευθερία του, με την εξαίρεση των παρακάτω περιπτώσεων και σύμφωνα με μια διαδικασία που περιγράφεται στο νόμο:

(α) η νόμιμη κράτηση προσώπου ύστερα από την καταδίκη του από αρμόδιο δικαστήριο,

(β) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση προσώπου για μη συμμόρφωση με τη νόμιμη εντολή δικαστηρίου, ή προκειμένου να διασφαλιστεί η εκπλήρωση κάθε υποχρέωσης που προβλέπεται από το νόμο,

(γ) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση  προσώπου που αποσκοπεί στο να οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας νομικής αρχής, εφόσον υπάρχει η εύλογη υποψία ότι έχει τελέσει ένα αδίκημα η όταν εύλογα θεωρείται αναγκαία προκειμένου να αποτραπεί από την νέα τέλεση του αδικήματος ή η διαφυγή του.

(δ) η κράτηση ανηλίκου με νόμιμη διαταγή για σκοπούς εκπαιδευτικής εποπτείας ή η νόμιμη κράτησή του για να οδηγηθεί ενώπιον της αρμόδιας νομικής αρχής,

(ε) η νόμιμη κράτηση προσώπων για την αποτροπή της διάδοσης μεταδοτικών νοσημάτων προσώπων με διανοητικές διαταραχές, αρκοολικών ή τοξικομανών ή αλητών.

(στ) η νόμιμη σύλληψη ή κράτηση ενός προσώπου για να αποτραπεί η μη εξουσιοδοτημένη είσοδός του στη χώρα ή ενός προσώπου εναντίον του οποίου έχουν κινηθεί διαδικασίες με σκοπό την απέλαση ή την έκδοσή του.

2. Κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί πρέπει να ενημερώνεται έγκαιρα, σε γλώσσα που κατανοεί, για τους λόγους της σύλληψής του και τις τυχόν κατηγορίες εναντίον του.

3. Κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί ή κρατείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (γ) του παρόντος Άρθρου, οδηγείται άμεσα ενώπιον δικαστή ή άλλου λειτουργού εξουσιοδοτημένου από το νόμο να ασκεί δικαιοδοτικές αρμοδιότητες και έχει δικαίωμα να δικαστεί εντός εύλογου χρόνου ή να αφεθεί ελεύθερος κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. Η άφεση μπορεί να προϋποθέτει εγγυήσεις για την εμφάνιση στη δίκη.

4. Κάθε πρόσωπο που είναι θύμα σύλληψης ή κράτησης κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Άρθρου έχει αγώγιμο δικαίωμα αποζημίωσης.

Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

«1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειμή εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν:

α) εάν κρατήται κανονικώς κατόπιν καταδίκης υπό αρμοδίου δικαστηρίου.

β) εάν υπεβλήθη εις κανονικήν σύλληψιν ή κράτησιν λόγω ανυποταγής εις νόμιμον διαταγήν δικαστηρίου ή εις εγγύησιν εκτελέσεως οριζομένης υπό του νόμου.
γ) εάν συνελήφθη και κρατήται όπως οδηγηθή ενώπιον της αρμοδίας δικαστικής αρχής εις την περίπτωσιν ευλόγου υπονοίας ότι διέπραξεν αδίκημα, ή υπάρχουν λογικά δεδομένα προς παραδοχήν της ανάγκης όπως ούτος εμποδισθή από του να διαπράξη αδίκημα ή δραπετεύση μετάτην διάπραξιν τούτου.
δ) εάν πρόκεται περί νομίμου κρατήσεως ανηλίκου, αποφασισθείσης δια την επιτήρησιν της ανατροφής του, ή την νόμιμον κράτησίν του ίνα παραπεμφθή ενώπιον της αρμοδίας αρχής.
ε) εάν πρόκειται περί νομίμου κρατήσεως ατόμων δυναμένων να μεταδώσωσι μεταδοτικήν ασθένειαν, φρενοβλαβούς, αλκοολικού, τοξικομανούς ή αλήτου.
στ) εάν πρόκεται περί νομίμου συλλήψεως ή κρατήσεως ατόμου επί σκοπώ όπως εμποδισθή από του να εισέλθη παρανόμως εν τη χώρα, ή εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απελάσεως ή εκδόσεως.
2. Παν συλληφθέν πρόσωπον δέον να πληροφορήται κατά το δυνατόν συντομώτερον και εις
γλώσσαν την οποίαν εννοεί, τους λόγους της συλλήψεώς του ως και πάσαν διατυπουμένην εναντίον του κατηγορίαν.
3. Παν πρόσωπον συλληφθέν ή κρατηθέν υπό τας προβλεπομένας εν παραγράφω 1γ του
παρόντος άρθρου συνθήκας οφείλει να παραπεμφθή συντόμως ενώπιον δικαστού ή ετέρου δικαστικού λειτουργού νομίμως εντεταλμένου όπως εκτελή δικαστικά καθήκοντα, έχει δε το δικαίωμα να δικασθή εντός λογικής προθεσμίας ή απολυθή κατά την διαδικασίαν. Η απόλυσις δύναται να εξαρτηθή από εγγύησιν εξασφαλίζουσαν την παράστασιν του ενδιαφερομένου εις την δικάσιμον.
4. Παν πρόσωπον στερούμενον της ελευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ίνα τούτο αποφασίση εντός βραχείας προσθεσμίας επί του νομίμου της κρατήσεώς του και διατάξη την απόλυσίν του εν περιπτώσει παρανόμου κρατήσεως.

5. Παν πρόσωπον θύμα συλλήψεως ή κρατήσεως υπό συνθήκας αντιθέτους προς τας ανωτέρω διατάξεις, έχει δικαίωμα επανορθώσεως.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

«Right to liberty and security

  1. Everyone has the right to liberty and security of person. No one shall be deprived of his liberty save in the following cases and in accordance with a procedure prescribed by law:

(a) the lawful detention of a person after conviction by a competent court;

(b) the lawful arrest or detention of a person for non-compliance with the lawful order of a court or in order to secure the fulfilment of any obligation prescribed by law;

(c) the lawful arrest or detention of a person effected for the purpose of bringing him before the competent legal authority on reasonable suspicion of having committed an offence or when it is reasonably considered necessary to prevent his committing an offence or fleeing after having done so;

(d) the detention of a minor by lawful order for the purpose of educational supervision or his lawful detention for the purpose of bringing him before the competent legal authority;

(e) the lawful detention of persons for the prevention of the spreading of infectious diseases, of persons of unsound mind, alcoholics or drug addicts or vagrants;

(f) the lawful arrest or detention of a person to prevent his effecting an unauthorised entry into the country or of a person against whom action is being taken with a view to deportation or extradition.

2. Everyone who is arrested shall be informed promptly, in a language which he understands, of the reasons for his arrest and of any charge against him.

3.Everyone arrested or detained in accordance with the provisions of paragraph 1.c of this article shall be brought promptly before a judge or other officer authorised by law to exercise judicial power and shall be entitled to trial within a reasonable time or to release pending trial. Release may be conditioned by guarantees to appear for trial.

4. Everyone who is deprived of his liberty by arrest or detention shall be entitled to take proceedings by which the lawfulness of his detention shall be decided speedily by a court and his release ordered if the detention is not lawful.

5.Everyone who has been the victim of arrest or detention in contravention of the provisions of this article shall have an enforceable right to compensation.»

Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

» Droit à la liberté et à la sûreté

  1. Toute personne a droit à la liberté et à la sûreté. Nul ne peut être privé de sa liberté, sauf dans les cas suivants et selon les voies légales:

(a) s’il est détenu régulièrement après condamnation par un tribunal compétent;

(b) s’il a fait l’objet d’une arrestation ou d’une détention régulières pour insoumission à une ordonnance rendue, conformément à la loi, par un tribunal ou en vue de garantir l’exécution d’une obligation prescrite par la loi;

(c) s’il a été arrêté et détenu en vue d’être conduit devant l’autorité judiciaire compétente, lorsqu’il y a des raisons plausibles de soupçonner qu’il a commis une infraction ou qu’il y a des motifs raisonnables de croire à la nécessité de l’empêcher de commettre une infraction ou de s’enfuir après l’accomplissement de celle-ci;

(d) s’il s’agit de la détention régulière d’un mineur, décidée pour son éducation surveillée ou de sa détention régulière, afin de le traduire devant l’autorité compétente;

(e) s’il s’agit de la détention régulière d’une personne susceptible de propager une maladie contagieuse, d’un aliéné, d’un alcoolique, d’un toxicomane ou d’un vagabond;

(f) s’il s’agit de l’arrestation ou de la détention régulières d’une personne pour l’empêcher de pénétrer irrégulièrement dans le territoire, ou contre laquelle une procédure d’expulsion ou d’extradition est en cours.

2.Toute personne arrêtée doit être informée, dans le plus court délai et dans une langue qu’elle comprend, des raisons de son arrestation et de toute accusation portée contre elle.

3.Toute personne arrêtée ou détenue, dans les conditions prévues au paragraphe 1.c du présent article, doit être aussitôt traduite devant un juge ou un autre magistrat habilité par la loi à exercer des fonctions judiciaires et a le droit d’être jugée dans un délai raisonnable, ou libérée pendant la procédure. La mise en liberté peut être subordonnée à une garantie assurant la comparution de l’intéressé à l’audience.

4. Toute personne privée de sa liberté par arrestation ou détention a le droit d’introduire un recours devant un tribunal, afin qu’il statue à bref délai sur la légalité de sa détention et ordonne sa libération si la détention est illégale.

5. Toute personne victime d’une arrestation ou d’une détention dans des conditions contraires aux dispositions de cet article a droit à réparation.»

Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα σε δίκαιη και δημόσια δικαστική ακρόαση, εντός εύλογου χρόνου, από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει ιδρυθεί από το νόμο, για την εκδίκαση υποθέσεων για τα αστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του ή  ποινικής κατηγορίας εναντίον του. Η απόφαση πρέπει να απαγγέλλεται δημόσια, αλλά ο τύπος και το κοινό μπορεί να αποκλείεται από το σύνολο ή ένα μέρος της δίκης για λόγους ηθικής, δημόσιας ασφάλειας ή εθνικής ασφάλειας σε μια δημοκρατική κοινωνία, όταν επιβάλλεται για λόγους συμφερόντων ανηλίκων ή για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των μερών ή στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την προστασία της Δικαιοσύνης, όταν σε ειδικές περιστάσεις η δημοσιότητα θα μπορούσε να επιδράσει στην γνώμη του δικαστηρίου.

2. Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ένα ποινικό αδίκημα, θεωρείται αθώο μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή του σύμφωνα με το νόμο.

3. Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ένα ποινικό αδίκημα έχει τα παρακάτω ελάχιστα δικαιώματα:

(α) να πληροφορείται εγκαίρως, σε γλώσσα που κατανοεί, και λεπτομερώς, για την φύση και την αιτία της κατηγορίας εναντίον του,

(β) να έχει επαρκή χρόνο και μέσα για την προστασία της υπεράσπισής του,

(γ) να υπερασπίζεται τον εαυτό του ή με νομική βοήθεια της δικής του επιλογής ή εφόσον δεν έχει τα επαρκή μέσα για την πληρωμή της νομικής βοηθειας, να του παρέχεται αυτή δωρεάν, εφόσον επιβάλλεται από τα συμφέροντα της Δικαιοσύνης,

(δ) να εξετάζει ή να εξετάζονται οι εναντίον του μάρτυρες και να μπορεί να παρακολουθεί και να εξετάζει μάρτυρες υπέρ του υπό τους ίδιους όρους όπως τους εναντίον του μάρτυρες,

(ε) να του παρέχεται δωρεάν βοήθεια ενός διερμηνέα εάν δεν μπορεί να κατανοήσει ή να μιλήσει τη γλώσσα που χρησιμοποιείται στο δικαστήριο.

Κυρωθείσα ελληνική μετάφραση

«1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η  υπόθεσίς του δικασθή δικαίως, δημοσία και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερολήπτου δικαστηρίου, νομίμως λειτουργούντος, το οποίον θα αποφασίση, είτε επί των αμφισβητήσεων επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του αστικής φύσεως, είτε επί του βασίμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως. Η απόφασις δέον να εκδοθή δημοσία, η είσοδος όμως εις την αίθουσαν των συνεδριάσεων δύναται να απαγορευθή εις τον τύπον και τον κοινόν καθ’ όλην ή μέρος της διαρκείας της δίκης προς το συμφέρον της ηθικής, της δημοσίας τάξεως ή της εθνικής ασφαλείας εν δημοκρατική κοινωνία, όταν τούτο ενδείκνυται υπό των συμφερόντων των ανηλίκων ή της ιδιωτικής ζωής των διαδίκων, ή εν τω κρινομένω υπό του Δικαστηρίου ως απολύτως αναγκαίου μέτρω, όταν υπό ειδικάς συνθήκας η δημοσιότης θα ηδύνατο να παραβλάψη τα συμφέροντα της δικαιοσύνης.

2. Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του.

3. Ειδικώτερον, πας κατηγορούμενος έχει δικαίωμα :

α) όπως πληροφορηθή, εν τη βραχυτέρα προθεσμία εις γλώσσαν την οποίαν εννοεί και εν λεπτομερεία την φύσιν και τον λόγον της εναντίον του κατηγορίας.

β) όπως διαθέτη τον χρόνο και τας αναγκαίας ευκολίας προς προετοιμασίαν της υπερασπίσεώς του.

γ) όπως υπερασπίση ο ίδιος εαυτόν ή αναθέση την υπεράσπισίν του εις συνήγορον της εκλογής του, εν ή δε περιπτώσει δεν διαθέτει τα μέσα να πληρώση συνήγορον να τω παρασχεθή τοιούτος δωρεάν, όταν τούτο ενδείκνυται υπό του συμφέροντος της δικαιοσύνης.

δ) να εξετάση ή ζητήση όπως εξετασθώσιν οι μάρτυρες κατηγορίας και επιτύχη την πρόσκλησιν και εξέτασιν των μαρτύρων υπερασπίσεως υπό τους αυτούς όρους ως των μαρτύρων κατηγορίας.

ε) να τύχη δωρεάν παραστάσεως διερμηνέως, εάν δεν εννοεί ή δεν ομιλεί την χρησιμοποιουμένην εις το δικαστήριον γλώσσαν.»

Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

«Right to a fair trial

  1. In the determination of his civil rights and obligations or of any criminal charge against him, everyone is entitled to a fair and public hearing within a reasonable time by an independent and impartial tribunal established by law. Judgment shall be pronounced publicly but the press and public may be excluded from all or part of the trial in the interests of morals, public order or national security in a democratic society, where the interests of juveniles or the protection of the private life of the parties so require, or to the extent strictly necessary in the opinion of the court in special circumstances where publicity would prejudice the interests of justice.
  2. Everyone charged with a criminal offence shall be presumed innocent until proved guilty according to law.
  3. Everyone charged with a criminal offence has the following minimum rights:

(a) to be informed promptly, in a language which he understands and in detail, of the nature and cause of the accusation against him;

(b) to have adequate time and facilities for the preparation of his defence;

(c) to defend himself in person or through legal assistance of his own choosing or, if he has not sufficient means to pay for legal assistance, to be given it free when the interests of justice so require;

(d) to examine or have examined witnesses against him and to obtain the attendance and examination of witnesses on his behalf under the same conditions as witnesses against him;

(e) to have the free assistance of an interpreter if he cannot understand or speak the language used in court.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Droit à un procès équitable

    1. Toute personne a droit à ce que sa cause soit entendue équitablement, publiquement et dans un délai raisonnable, par un tribunal indépendant et impartial, établi par la loi, qui décidera, soit des contestations sur ses droits et obligations de caractère civil, soit du bien-fondé de toute accusation en matière pénale dirigée contre elle. Le jugement doit être rendu publiquement, mais l’accès de la salle d’audience peut être interdit à la presse et au public pendant la totalité ou une partie du procès dans l’intérêt de la moralité, de l’ordre public ou de la sécurité nationale dans une société démocratique, lorsque les intérêts des mineurs ou la protection de la vie privée des parties au procès l’exigent, ou dans la mesure jugée strictement nécessaire par le tribunal, lorsque dans des circonstances spéciales la publicité serait de nature à porter atteinte aux intérêts de la justice.
    2. Toute personne accusée d’une infraction est présumée innocente jusqu’à ce que sa culpabilité ait été légalement établie.
    3. Tout accusé a droit notamment à:

    (a) être informé, dans le plus court délai, dans une langue qu’il comprend et d’une manière détaillée, de la nature et de la cause de l’accusation portée contre lui;

    (b) disposer du temps et des facilités nécessaires à la préparation de sa défense;

    (c) se défendre lui-même ou avoir l’assistance d’un défenseur de son choix et, s’il n’a pas les moyens de rémunérer un défenseur, pouvoir être assisté gratuitement par un avocat d’office, lorsque les intérêts de la justice l’exigent;

    (d) interroger ou faire interroger les témoins à charge et obtenir la convocation et l’interrogation des témoins à décharge dans les mêmes conditions que les témoins à charge;

    (e) se faire assister gratuitement d’un interprète, s’il ne comprend pas ou ne parle pas la langue employée à l’audience.»

    1. Κανένα πρόσωπο δεν κρίνεται ένοχο ποινικού αδικήματος για πράξη ή παράλειψη που δεν αποτελούσε ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό ή διεθνές δίκαιο κατά το χρόνο τέλεσής της. Ούτε επιβάλλεται βαρύτερη ποινή από αυτή που προβλεπόταν κατά το χρόνο τέλεσης του ποινικού αδικήματος.

    2. Το παρόν Άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη της δίκης και επιβολής ποινής σε πρόσωπο για πράξη ή παράλειψη, η οποία αποτελούσε ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου που αναγνωρίζονται από τα πολιτισμένα έθνη.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «1. Ουδείς δύναται να καταδικασθή δια πράξιν ή παράλειψιν η οποία, καθ’ ήν στιγμήν διεπράχθη, δεν απετέλει αδίκημα συμφώνως προς το εθνικόν ή διεθνές δίκαιον. Ούτε και επιβάλλεται βαρυτέρα ποινή από εκείνην η οποία επιβάλλετο κατά την στιγμήν της διαπράξεως του αδικήματος.

    2. Το παρόν άρθρον δεν σκοπεί να επηρεάση την δίκην και τιμωρίαν ατόμων ενόχων δια πράξεις ή παραλείψεις αι οποίαι καθ’ ήν στιγμήν διεπράχθησαν, ήσαν εγκληματικαί συμφώνως προς τας αναγνωριζομένας  υπό των πολιτισμένων εθνών γενικάς αρχάς δικαίου.»
    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
    «No punishment without law

    1. No one shall be held guilty of any criminal offence on account of any act or omission which did not constitute a criminal offence under national or international law at the time when it was committed. Nor shall a heavier penalty be imposed than the one that was applicable at the time the criminal offence was committed.
    2. This article shall not prejudice the trial and punishment of any person for any act or omission which, at the time when it was committed, was criminal according to the general principles of law recognised by civilised nations.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Pas de peine sans loi

    1. Nul ne peut être condamné pour une action ou une omission qui, au moment où elle a été commise, ne constituait pas une infraction d’après le droit national ou international. De même il n’est infligé aucune peine plus forte que celle qui était applicable au moment où l’infraction a été commise.
    2. Le présent article ne portera pas atteinte au jugement et à la punition d’une personne coupable d’une action ou d’une omission qui, au moment où elle a été commise, était criminelle d’après les principes généraux de droit reconnus par les nations civilisées.»

    1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.

    2. Κατά την ενάσκηση αυτού του δικαιώματος δεν επιτρέπεται παρέμβαση δημόσιας αρχής, παρά μόνον εφόσον είναι σύμφωνη με το νόμο και είναι αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους εθνικής ασφάλειας, δημόσιας ασφάλειας ή οικονομικής ευημερίας της χώρας, για την αποτροπή των εκτροπών ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας ή των ηθών, ή για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «1. Παν πρόσωπον δικαιούται εις σεβασμόν της ιδιωτικής και οικογενειακής
    ζωής του, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.

    2. Δεν επιτρέπεται να  υπάρξη επέμβασις δημοσίας αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος

    τούτου, εκτός εάν η επέμβασις αύτη προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον,
    εις  μίαν δημοκρατικήν κοινωνίαν, είναι αναγκαίον δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν
    ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν
    ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιω
    μάτων και ελευθεριών άλλων.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Right to respect for private and family life

    1. Everyone has the right to respect for his private and family life, his home and his correspondence.
    2. There shall be no interference by a public authority with the exercise of this right except such as is in accordance with the law and is necessary in a democratic society in the interests of national security, public safety or the economic well-being of the country, for the prevention of disorder or crime, for the protection of health or morals, or for the protection of the rights and freedoms of others.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «

    Droit au respect de la vie privée et familiale

    1. Toute personne a droit au respect de sa vie privée et familiale, de son domicile et de sa correspondance.
    2. Il ne peut y avoir ingérence d’une autorité publique dans l’exercice de ce droit que pour autant que cette ingérence est prévue par la loi et qu’elle constitue une mesure qui, dans une société démocratique, est nécessaire à la sécurité nationale, à la sûreté publique, au bien-être économique du pays, à la défense de l’ordre et à la prévention des infractions pénales, à la protection de la santé ou de la morale, ou à la protection des droits et libertés d’autrui.»




    1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία μεταβολής του θρησκεύματος ή της πεποίθησης, καθώς και  την ελευθερία της εκδήλωσης, ατομικά ή συλλογικά, δημόσια ή ιδιωτικά, του θρησκεύματος ή των πεποιθήσεων, της λατρείας, της διδασκαλίας, της ενάσκησης και της παρακολούθησης θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών.

    2. Η ελευθερία της εκδήλωσης του θρησκεύματος ή των πεποιθήσεων υπόκειται μόνο στους περιορισμούς που προβλέπονται από το νόμο και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία, για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, την προστασία της δημόσιας τάξης, της υγείας ή των ηθών, ή για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «1.  Παν πρόσωπον δικαιούται  εις την ελευθερίαν σκέψεως, συνειδήσεως και  θρησκείας,  το δικαίωμα τούτο  επάγεται  την ελευθερίαν αλλαγής θρησκείας ή πεποιθήσεων, ως και την ελευθερίαν εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων μεμονωμένως, ή συλλογικώς δημοσία ή κατ’ ιδίαν, δια της λατρείας, της παιδείας, και της ασκήσεως των θρησκευτικών καθηκόντων και τελετουργιών.

    2. Η ελευθερία εκδηλώσεως της θρησκείας ή των πεποιθήσεων δεν επιτρέπεται να αποτελέση αντικείμενον ετέρων περιορισμών πέραν των προβλεπομένων υπό του νόμου και αποτελούντων αναγκαία μέτρα, εν δημοκρατική κοινωνία δια την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της δημοσίας τάξεως, υγείας και ηθικής, ή την προάσπισιντων δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    » Freedom of thought, conscience and religion

    1. Everyone has the right to freedom of thought, conscience and religion; this right includes freedom to change his religion or belief and freedom, either alone or in community with others and in public or private, to manifest his religion or belief, in worship, teaching, practice and observance.
    2. Freedom to manifest one’s religion or beliefs shall be subject only to such limitations as are prescribed by law and are necessary in a democratic society in the interests of public safety, for the protection of public order, health or morals, or for the protection of the rights and freedoms of others.

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Liberté de pensée, de conscience et de religion
    1. Toute personne a droit à la liberté de pensée, de conscience et de religion ; ce droit implique la liberté de changer de religion ou de conviction, ainsi que la liberté de manifester sa religion ou sa conviction individuellement ou collectivement, en public ou en privé, par le culte, l’enseignement, les pratiques et l’accomplissement des rites.
    2. La liberté de manifester sa religion ou ses convictions ne peut faire l’objet d’autres restrictions que celles qui, prévues par la loi, constituent des mesures nécessaires, dans une société démocratique, à la sécurité publique, à la protection de l’ordre, de la santé ou de la morale publiques, ou à la protection des droits et libertés d’autrui.»

    1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνει την ελευθερία της γνώμης, καθώς και της λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και ιδέων χωρίς παρέμβαση από δημόσια αρχή και ασχέτως συνόρων. Αυτό το Άρθρο δεν απαγορεύει στα Κράτη να επιβάλλουν διαδικασίες αδειοδότησης για τις επιχειρήσεις μετάδοσης εκπομπών, την τηλεόραση ή τον κινηματογράφο.

    2. Η ενάσκηση αυτών των ελευθεριών, καθώς συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες, μπορεί να υπόκειται σε διατυπώσεις, όρους και περιορισμούς ή κυρώσεις εφόσον αυτές περιγράφονται στον νόμο και είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους εθνικής ασφάλειας, εδαφικής ακεραιότητας ή δημόσιας ασφάλειας, για την αποτροπή εκτροπής ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας και των ηθών, για την προστασία της υπόληψης ή των δικαιωμάτων των άλλων, για την αποτροπή της κοινοποίησης πληροφοριών που συλλέχθησαν με εμπιστευτικότητα, ή για την προστασία του κύρους και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερίαν  γνώμης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών, άνευ επεμβάσεως δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων. Το παρόν άρθρον δεν κωλύει τα Κράτη από του να υποβάλωσι τας επιχειρήσεις ραδιοφωνίας κινηματογράφου ή τηλεοράσεως εις κανονισμούς εκδόσεως αδειών λειτουργίας.

    2. Η άσκησις των ελευθεριών τούτων, συνεπαγομένων καθήκοντα και ευθύνας δύναται να υπαχθή εις ωρισμένας διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή κυρώσεις, προβλεπομένους υπό του νόμου και αποτελούντας αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία δια την εθνικήν ασφάλειαν, την εδαφικήν ακεραιότητα ή την δημοσίαν ασφάλειαν την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, την προστασίαν της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων των τρίτων, την παρεμπόδισιν της κοινολογήσεως εμπιστευτικών πληροφοριών ή
    την διασφάλισιν του κύρους και αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Freedom of expression

    1. Everyone has the right to freedom of expression. This right shall include freedom to hold opinions and to receive and impart information and ideas without interference by public authority and regardless of frontiers. This article shall not prevent States from requiring the licensing of broadcasting, television or cinema enterprises.
    2. The exercise of these freedoms, since it carries with it duties and responsibilities, may be subject to such formalities, conditions, restrictions or penalties as are prescribed by law and are necessary in a democratic society, in the interests of national security, territorial integrity or public safety, for the prevention of disorder or crime, for the protection of health or morals, for the protection of the reputation or rights of others, for preventing the disclosure of information received in confidence, or for maintaining the authority and impartiality of the judiciary.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Liberté d’expression

    1. Toute personne a droit à la liberté d’expression. Ce droit comprend la liberté d’opinion et la liberté de recevoir ou de communiquer des informations ou des idées sans qu’il puisse y avoir ingérence d’autorités publiques et sans considération de frontière. Le présent article n’empêche pas les Etats de soumettre les entreprises de radiodiffusion, de cinéma ou de télévision à un régime d’autorisations.
    2. L’exercice de ces libertés comportant des devoirs et des responsabilités peut être soumis à certaines formalités, conditions, restrictions ou sanctions prévues par la loi, qui constituent des mesures nécessaires, dans une société démocratique, à la sécurité nationale, à l’intégrité territoriale ou à la sûreté publique, à la défense de l’ordre et à la prévention du crime, à la protection de la santé ou de la morale, à la protection de la réputation ou des droits d’autrui, pour empêcher la divulgation d’informations confidentielles ou pour garantir l’autorité et l’impartialité du pouvoir judiciaire.»
    1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία ειρηνικής συνάθροισης και στην ελευθερία του συνεταιρισμού με άλλα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να ιδρύει και να γίνεται μέλος σε συνδικαλιστικές οργανώσεις για την προστασία των συμφερόντων του.
    2. Σε αυτά τα δικαιώματα δεν επιβάλλονται περιορισμοί εκτός από αυτούς που περιγράφονται στον νόμο και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας ασφάλειας, για την αποτροπή των εκτροπών ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας ή των ηθών ή για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων. Αυτό το Άρθρο δεν απαγορεύει την επιβολή νόμιμων περιορισμών στην ενάσκηση των δικαιωμάτων αυτών από μέλη των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή της διοίκησης του Κράτους.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση
    «1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συναιτερισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ’ άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.
    2. Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήμαος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων. Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους.»
    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
    «Freedom of assembly and association
    1. Everyone has the right to freedom of peaceful assembly and to freedom of association with others, including the right to form and to join trade unions for the protection of his interests.
    2. No restrictions shall be placed on the exercise of these rights other than such as are prescribed by law and are
    necessary in a democratic society in the interests of national security or public safety, for the prevention of disorder or
    crime, for the protection of health or morals or for the protection of the rights and freedoms of others. This Article shall
    not prevent the imposition of lawful restrictions on the exercise of these rights by members of the armed forces, of the police or of the administration of the State.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο
    «Liberté de réunion et d’association
    1. Toute personne a droit à la liberté de réunion pacifique et à la liberté d’association, y compris le droit de fonder avec d’autres des syndicats et de s’affilier à des syndicats pour la défense de ses intérêts.
    2. L’exercice de ces droits ne peut faire l’objet d’autres restrictions que celles qui, prévues par la loi, constituent des mesures nécessaires, dans une société démocratique, à la sécurité nationale, à la sûreté publique, à la défense de
    l’ordre et à la prévention du crime, à la protection de la santé ou de la morale, ou à la protection des droits et libertés
    d’autrui. Le présent article n’interdit pas que des restrictions légitimes soient imposées à l’exercice de ces droits par
    les membres des forces armées, de la police ou de l’administration de l’Etat. «

    Άνδρες και γυναίκες σε ηλικία γάμου έχουν δικαίωμα γάμου και ίδρυσης οικογένειας, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο που διέπει την ενάσκηση αυτού του δικαιώματος.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «Αμα τη συμπληρώσει ηλικίας γάμου, ο ανήρ και η γυνή έχουν το δικαίωμα να συνέρχωνται εις γάμον και ιδρύωσιν οικογένειαν συμφώνως προς τους διέποντας το δικαίωμα τούτο εθνικούς νόμους.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Right to marry
    Men and women of marriageable age have the right to marry and to found a family, according to the national laws
    governing the exercise of this right.»
    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο
    «Droit au mariage
    A partir de l’âge nubile, l’homme et la femme ont le droit de se marier et de fonder une famille selon les lois nationales régissant l’exercice de ce droit.»

    Κάθε πρόσωπο, του οποίου  τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που κατοχυρώνονται με την παρούσα Σύμβαση παραβιάσθηκαν, έχει δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, ανεξάρτητα από το αν η παραβίαση τελέσθηκε από πρόσωπα που ενεργούσαν κατά την ενάσκηση δημοσίων καθηκόντων τους.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «Παν πρόσωπον του οποίου τα αναγνωριζόμενα εν τη παρούση Συμβάσει δικαιώματα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαν, έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, έστω και αν η παραβίασις διεπράχθη υπό προσώπων ενεργούντων εν τη εκτελέσει των δημοσίων καθηκόντων των.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Right to an effective remedy

    Everyone whose rights and freedoms as set forth in this Convention are violated shall have an effective remedy before a
    national authority notwithstanding that the violation has been committed by persons acting in an official capacity.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο
    «Droit à un recours effectif
    Toute personne dont les droits et libertés reconnus dans la présente Convention ont été violés, a droit à
    l’octroi d’un recours effectif devant une instance nationale, alors même que la violation aurait été commise par des
    personnes agissant dans l’exercice de leurs fonctions officielles.»

    Η απόλαυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνονται με την παρούσα Σύμβαση διασφαλίζεται χωρίς διακρίσεις για λόγους όπως το φύλο, η φυλή, το χρώμα, η γλώσσα, η θρησκεία, η πολιτική ή άλλη πεποίθηση, η εθνική ή κοινωνική καταγωγή, η σχέση με εθνική μειονότητα, η ιδιοκτησία, η γέννηση ή άλλη κατάσταση.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «Η χρήσις των αναγνωριζομένων εν τη παρούση Συμβάσει δικαιωμάτων και ελευθεριών δέον να εξασφαλισθή ασχέτως διακρίσεως φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσης, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής προελεύσεως, συμμετοχής εις εθνικήν μειονότητα, περιουσίας,  γεννήσεως ή άλλης καταστάσεως.»

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Prohibition of discrimination

    The enjoyment of the rights and freedoms set forth in this Convention shall be secured without discrimination on any ground such as sex, race, colour, language, religion, political or other opinion, national or social origin, association with a national minority, property, birth or other status.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Interdiction de discrimination

    La jouissance des droits et libertés reconnus dans la présente Convention doit être assurée, sans distinction aucune, fondée notamment sur le sexe, la race, la couleur, la langue, la religion, les opinions politiques ou toutes autres opinions, l’origine nationale ou sociale, l’appartenance à une minorité nationale, la fortune, la naissance ou toute autre situation.»

    1. Σε περίπτωση πολέμου ή άλλου δημόσιου κινδύνου που απειλεί την επιβίωση του έθνους, κάθε Υψηλό Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να λάβει μέτρα που θα παρεκκλίνουν από τις υποχρεώσεις του που επιβάλλονται από την παρούσα Σύμβαση, στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο ενόψει των περιστάσεων, εφόσον αυτά τα μέτρα δεν είναι ασύμβατα με άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλονται από το διεθνές δίκαιο.

    2. Η προηγούμενη διάταξη δεν επιτρέπει την παρέκκλιση από το Άρθρο 2, με την εξαίρεση των θανάτων συνεπεία νομίμων πολεμικών πράξεων, καθώς και από τα άρθρα 3, 4 (παρ. 1) και 7

    3. Κάθε Υψηλό Συμβαλλόμενο Κόμμα που επιφυλάσσει για τον εαυτό του το δικαίωμα της παρέκκλισης ενημερώνει πλήρως τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα μέτρα που έχει λάβει και τις σχετικές αιτίες. Ενημερώνει επίσης τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης περί της λήξεως εφαρμογής των μέτρων και της επαναφοράς των διατάξεων της Σύμβασης σε πλήρη ισχύ.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «1. Εν περιπτώσει πολέμου ή ετέρου δημοσίου κινδύνου απειλούντος την ζωήν του έθνους, έκαστον υψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται να λάβη μέτρα κατά παράβασιν των υπό της παρούσης Συμβάσεως προβλεπομένων υποχρεώσεων, εν τω απαιτουμένω υπό της καταστάσεως απολύτως αναγκαίω ορίω και υπό τον όρον όπως τα μέτρα ταύτα μη αντιτίθενται εις τας άλλας υποχρεώσεις τας απορρεούσας εκ του διεθνούς δικαίου.

    2. Η προηγουμένη διάταξις, ουδεμίαν επιτρέπει παράβασιν του άρθου 2, ειμή δια την περίπτωσιν θανάτου συνεπεία κανονικών πολεμικών πράξεων, ή των άρθρων 3, 4 (παρ. 1) και 7.

    3. Τα ασκούντα το δικαίωμα τούτο παραβάσεως υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη τηρούν τον Γενικόν Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης πλήρως ενήμερον των ληφθέντων μέτρων, ως και των αιτίων τα οποία τα προεκάλεσαν. Οφείλουν ωσαύτως να πληροφορήσωσι τον Γενικόν Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης περί της ημερομηνίας κατά την οποία τα μέτρα ταύτα έπαυσαν ισχύοντα και αι διατάξεις της Συμβάσεως ετέθησαν εκ νέου εν πλήρει ισχύϊ.»
    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
    «Derogation in time of emergency
    1. In time of war or other public emergency threatening the life of the nation any High Contracting Party may
    take measures derogating from its obligations under this Convention to the extent strictly required by the exigencies
    of the situation, provided that such measures are not inconsistent with its other obligations under international
    law.
    2. No derogation from Article 2, except in respect of deaths resulting from lawful acts of war, or from Articles 3, 4 § 1 and 7 shall be made under this provision.
    3. Any High Contracting Party availing itself of this right of derogation shall keep the Secretary General of the
    Council of Europe fully informed of the measures which it has taken and the reasons therefor. It shall also inform the
    Secretary General of the Council of Europe when such measures have ceased to operate and the provisions of
    the Convention are again being fully executed.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο
    «Dérogation en cas d’état d’urgence
    1. En cas de guerre ou en cas d’autre danger public menaçant la vie de la nation, toute Haute Partie contractante
    peut prendre des mesures dérogeant aux obligations prévues par la présente Convention, dans la stricte mesure où la
    situation l’exige et à la condition que ces mesures ne soient pas en contradiction avec les autres obligations découlant du droit international.
    2. La disposition précédente n’autorise aucune dérogation à l’article 2, sauf pour le cas de décès résultant d’actes licites
    de guerre, et aux articles 3, 4 § 1 et 7.
    3. Toute Haute Partie contractante qui exerce ce droit de dérogation tient le Secrétaire général du Conseil de l’Europe
    pleinement informé des mesures prises et des motifs qui les ont inspirées. Elle doit également informer le Secrétaire
    général du Conseil de l’Europe de la date à laquelle ces mesures ont cessé d’être en vigueur et les dispositions de la
    Convention reçoivent de nouveau pleine application.»


    Καμία από τις διατάξεις των άρθρων 10, 11 και 14 δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απαγορεύει στα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη να επιβάλλουν περιορισμούς στην πολιτική δραστηριότητα των αλλοδαπών

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση

    «Ουδεμία διάταξις των άρθρων 10, 11 και 14 δύναται να θεωρηθή ως απαγορεύουσα εις τα υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη να επιβάλλωσι περιορισμούς εις την πολιτικήν δραστηριόττητα των ξένων».

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο

    «Restrictions on political activity of aliens

    Nothing in Articles 10, 11 and 14 shall be regarded as preventing the High Contracting Parties from imposing
    restrictions on the political activity of aliens.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Restrictions à l’activité politique des étrangers

    Aucune des dispositions des articles 10, 11 et 14 ne peut être considérée comme interdisant aux Hautes Parties contractantes d’imposer des restrictions à l’activité politique des étrangers. «

    Τίποτε σε αυτή τη Σύμβαση δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο ώστε να επιτρέπει σε ένα Κράτος, ομάδα ή πρόσωπο το δικαίωμα της ενάσκησης δραστηριότητας ή τέλεσης μιας πράξης που αποσκοπεί στην κατάλυση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνονται εδώ ή στον περιορισμό τους σε έκταση μεγαλύτερη από αυτήν που προβλέπεται από τη Σύμβαση.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση
    «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώματoς
    Ουδεμία διάταξις της παρoύσης Συμβάσεως δύvαται vα ερμηvευθή ως επαγoμέvη δι’ έv Κράτoς, μίαv oμάδα ή
    έv άτoμov oιovδήπoτε δικαίωμα όπως επιδoθή εις δραστηριότητα ή εκτελέση πράξεις σκoπoύσας εις τηv καταστρoφήv
    τωv δικαιωμάτωv ή ελευθεριώv, τωv αvαγvωρισθέvτωv εv τη παρoύση Συμβάσει, ή εις περιoρισμoύς τωv δικαιωμάτωv και ελευθεριώv τoύτωv μεγαλυτέρωv τωv πρoβλεπoμέvωv εv τη ρηθείση Συμβάσει.

    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
    «Prohibition of abuse of rights
    Nothing in this Convention may be interpreted as implying for any State, group or person any right to engage in
    any activity or perform any act aimed at the destruction of any of the rights and freedoms set forth herein or at their
    limitation to a greater extent than is provided for in the Convention.»

    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο

    «Interdiction de l’abus de droit

    Αucune des dispositions de la présente Convention ne peut être interprétée comme impliquant pour un Etat, un Convention européenne des droits de l’homme groupement ou un individu, un droit  quelconque de se livrer à une activité ou  d’accomplir un acte visant à la destruction des droits ou libertés reconnus dans la présente Convention ou à des limitations plus amples de ces droits et libertés que celles prévues à ladite Convention.

    Οι επιτρεπόμενοι κατά τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης περιορισμοί των ανωτέρω δικαιωμάτων και ελευθεριών δεν επιτρέπεται να εφαρμόζονται για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έχουν επιβληθεί.

    Κυρωθείσα Ελληνική μετάφραση
    » Όρια στη χρήση των περιορισμών σε δικαιώματα»
    Οι επιτρεπόμεvoι κατά τις διατάξεις της παρoύσης Συμβάσεως περιoρισμoί τωv ειρημέvωv δικαιωμάτωv και ελευθεριώv δεv επιτρέπεται vα εφαρμoσθoύv ειμή προς τov σκoπόv δια τov oπoίov καθιερώθησαv.»
    Πρωτότυπο Αγγλικό κείμενο
    «Limitation on use of restrictions on rights
    The restrictions permitted under this Convention to the said rights and freedoms shall not be applied for any purpose other than those for which they have been prescribed.»
    Πρωτότυπο Γαλλικό κείμενο
    «Limitation de l’usage  des restrictions aux droits
    Les restrictions qui, aux termes de la présente Convention, sont apportées auxdits droits et libertés ne peuvent être
    appliquées que dans le but pour lequel elles ont été prévues.»